sivert_hoyem
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Αποκλειστικό: Ο Sivert Høyem στον Pepper 96.6

Ο αγαπημένος μας Νορβηγός μιλά στον Γιώργο Μουχταρίδη για το νέο EP του, «Roses of Neurosis» που κυκλοφορεί στις 12 Φεβρουαρίου, αλλά και τη δημιουργική διαδικασία εν μέσω εγκλεισμού.

11/02/2021

Τον γνωρίσαμε πριν από μια εικοσαετία, μέσα από τους Madrugada και παραμένει έκτοτε ένας από τους αγαπημένους μας καλλιτέχνες. Σήμερα, με αφορμή το νέο EP του, «Roses Of Neurosis», που κυκλοφορεί την Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου, ο Νορβηγός Sivert Høyem μας μιλά για το πώς βιώνει την πανδημία, τη δημιουργική του διαδικασία και την αγάπη του για τα ‘70s, σε μια χορταστική κουβέντα για τον Pepper 96.6 και το pepper966.gr.

*Απομαγνητοφώνηση  – Επιμέλεια: Μαρία Μεταξά


Γιώργος Μουχταρίδης: Βρισκόμαστε στην πανδημία εδώ και 11 μήνες. Πού σε πετυχαίνουμε, και σε τι διάθεση; 

Sivert Høyem: Είμαι καλά. Έχω μεταπτώσεις όμως: υπάρχουν μέρες που βαριέμαι τρομερά αυτήν την κατάσταση και θέλω απλώς να τελειώσει, να βγω για φαγητό, να δω τους φίλους μου ή να φύγω για περιοδεία. Σε όλους μας λείπει η πραγματική ζωή. Αλλά δεν πρέπει να παραπονιέμαι: πηγαίνω στο στούντιο κάθε μέρα και γράφω τραγούδια, κάνω σχέδια για το μέλλον, όποτε κι αν πρόκειται να έρθει αυτό.

Γ.M.: Ας μην ξεχνάμε και πως οι άνθρωποι της μουσικής βιομηχανίας είμαστε προνομιούχοι. Είπες πως κάνεις σχέδια για το μέλλον· σε ένα από τα τελευταία του τραγούδια, το Beautiful Boy, o John Lennon είπε πως η ζωή είναι αυτό που συμβαίνει όταν είσαι απασχολημένος με το να κάνεις σχέδια για το μέλλον ― δεν ξέρω αν το θυμάσαι. 

S.H.: Θυμάμαι την ατάκα, δεν ήξερα ότι ήταν του John Lennon. Το αγαπώ αυτό το τραγούδι, είναι πολύ όμορφο. Για έναν μουσικό/καλλιτέχνη, υπάρχει πολλή χαρά στο παρόν, στη διαδικασία της δουλειάς: το να γράφεις ένα καινούριο τραγούδι, να βρίσκεις έναν νέο ήχο στην κιθάρα, να γράφεις ένα κουπλέ που βρίσκεις πολύ καλό ― και αυτό είναι κάτι που με κρατάει προσγειωμένο στη στιγμή. Έχω και τα παιδιά μου, και αυτό με κάνει να νιώθω σίγουρος πως βρίσκομαι ακριβώς εκεί που πρέπει, τη σωστή στιγμή. Ωστόσο, μέρος του να είσαι καλλιτέχνης είναι το να ονειρεύεσαι αυτά που θέλεις να κάνεις, κι αυτό έχει γίνει δύσκολο τελευταία. Κάνουμε σχέδια, τα προσαρμόζουμε, κάνουμε καινούρια σχέδια… Έχω κουραστεί με το να κάνω σχέδια που θα αλλάξουν. 


Γ.Μ.: Έχει πει ο διάσημος Ολλανδός ιστορικός Rutger Bregman, πως αυτή η πανδημία μας έχει χτυπήσει ακριβώς στο κέντρο της ύπαρξής μας: την κοινωνικοποίηση, δηλαδή, και την καθημερινή δυνατότητα να επικοινωνούμε και να μαθαίνουμε πράγματα ο ένας από τον άλλον. Αυτό μας έχει επηρεάσει όλους, είναι κάτι παγκόσμιο. Από την άλλη, ακούω πως περνάς ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά σου, κάτι που έχει φανεί και από πολλές μελέτες: έχουν εκλείψει οι κοινωνικές και οι επαγγελματικές σχέσεις, αλλά έχει δοθεί πολύ μεγαλύτερο βάρος στην οικογένεια. 

S.H.: Ναι, σίγουρα το ένιωσα αυτό τη χρονιά που πέρασε. Αυτές τις μέρες, μεγάλο μέρος της επικοινωνίας είναι ψηφιακό, και βλέπουμε τα αποτελέσματα: οι άνθρωποι έχουν ριζικά διαφορετικές ιδέες για την πραγματικότητα, κι αυτό είναι αρκετά επικίνδυνο. Απολαμβάνω πολύ να βρίσκομαι μαζί με ανθρώπους, αν και, μολονότι δε θα έλεγα πως είμαι μοναχικός άνθρωπος, απολαμβάνω και τη δική μου παρέα. Μου λείπει να βλέπω τους φίλους μου, αλλά χαίρομαι πολύ που έχω κοντά μου την οικογένειά μου αυτή τη στιγμή. Πρέπει να είναι απαίσιο να είσαι νέος και μόνος, να είσαι σ’ αυτό το στάδιο της ζωής σου που κανονικά όλα θα συνέβαιναν πολύ γρήγορα· μια τέτοια χρονιά πρέπει να φαίνεται σαν μια ολόκληρη ζωή αν είσαι έφηβος ή αν διανύεις τώρα τα 20 σου. 


Η πρώτη συναυλία μας στην Ελλάδα είναι ξεχωριστή για μένα και τους Madrugada. Αυτό που θέλεις ως μουσικός είναι να συνδεθείς με τους ανθρωπους, να σημαίνει πραγματικά κάτι η μουσική σου γι’ αυτούς – κι αυτό είναι κάτι που συναντάω στην Ελλάδα και με εμπνέει πολύ.


Γ.Μ.: Μας έστειλες και μία playlist με εξαιρετικές μουσικές επιλογές. Είναι εξαιρετική μουσική, εκείνη που ακούμε κι εμείς και προωθούμε στον Pepper 96.6. Μπορείς να ακούσεις ένα πανέμορφο κομμάτι από τα ‘60s, από την εποχή της soul, και μαζί λίγη Arlo Parks ―μουσική που ηχογραφήθηκε πριν μήνες. Στο συνοδευτικό σου κείμενο λες πως σου λείπει η Αθήνα και οι γωνιές της, που αρχικά μοιάζουν όλες ίδιες, αλλά όταν πλησιάζεις καταλαβαίνεις πως δεν είναι. Βλέπω πως είχες περάσει πολύ ωραία στην Αθήνα, ειδικά τη νυχτερινή, όλες τις φορές που ήρθες. Και καθώς έβλεπα τα τελευταία σου βίντεο, μου έκανε φοβερή εντύπωση το πόσοι θαυμαστές σου είναι Έλληνες. 

S.H.: Είναι τρομερό αυτό που συνέβη στην Ελλάδα. Ήταν ξεχωριστή για μένα και τους Madrugada, από την πρώτη συναυλία μας εκεί το 2000· νιώσαμε πως υπάρχει μια ιδιαίτερη σύνδεση εκείνη τη στιγμή, αλλά είναι κάτι που έχει πραγματικά εκτοξευτεί τα τελευταία χρόνια. Συνέβησαν πολλά την περίοδο που κυκλοφόρησε ο solo δίσκος μου το 2016 [«Lioness»], όταν ήρθα κι έκανα δύο live στο Piraeus Academy ―και λίγους μήνες αργότερα έκανα τις συναυλίες στην Ακρόπολη. Με εξέπληξε η απήχηση που είχε [ο δίσκος] στους ανθρώπους. Αυτό είναι που θέλεις ως μουσικός, να συνδεθείς με τους ανθρώπους. Να υπάρχει μια προσωπική, συναισθηματική σύνδεση, να σημαίνει πραγματικά κάτι η μουσική σου για τους ανθρώπους ―και αυτό είναι κάτι που συναντάω στην Ελλάδα. Με εμπνέει τρομερά. Όπως γράφω και στην περιγραφή της playlist μου, είναι πολύ διασκεδαστικό μέρος. Όλη η Ελλάδα είναι, αλλά έχω αυτές τις όμορφες αναμνήσεις από βόλτες στην Αθήνα, είναι πολύ ιδιαίτερο μέρος. 


Γ.Μ.: Τι είναι αυτό που έκανε αυτές τις δύο συναυλίες σου στο Ηρώδειο, κάτω από την Ακρόπολη, τόσο ξεχωριστές; Καταλαβαίνω και βλέποντας τις αντιδράσεις στα βίντεό σου και τα σχόλια στα ελληνικά πως υπάρχει ένας δεσμός μεταξύ εσού και του ελληνικού κοινού, ένας δεσμός σταθερός, ζεστός και ειλικρινής. Υπάρχει κάτι άλλο εκτός από αυτά τα χαρακτηριστικά που για σένα τον κάνει ξεχωριστό; 

S.H.: Είναι δύσκολο ν’ απαντήσω σε αυτό. Πολύ σπάνια μου δίνεται η ευκαιρία να παίξω σ’ ένα τέτοιο μέρος. Μ’ ενδιαφέρει πολύ η Ιστορία, την έχω μελετήσει, και για μένα είναι ξεχωριστό από μόνο του που μου επιτρέπεται να παίξω σ’ ένα τόσο ιστορικό μέρος. Από τη μία είναι αυτό, κι από την άλλη η δική μου ιστορία με το ελληνικό κοινό: αυτά συμπτύχθηκαν μαζί εκείνο το φθινόπωρο του 2016. Ήταν καταπληκτικό. Έχω βγάλει κι άλλους solo δίσκους, αλλά νομίζω πως [το «Lioness»] είχε τη μεγαλύτερη απήχηση. Υπήρχαν αρκετά τραγούδια που αγάπησε ο κόσμος, υποθέτω πως ήταν ο καλύτερος δίσκος μου ως τώρα. H μπάντα έπαιζε επίσης πολύ καλά ―μου είχε πάρει αρκετό καιρό να στήσω μια καλή μπάντα―, και ήμαστε στα καλύτερά μας εκείνα τα βράδια· το κοινό ήθελε να είναι ξεχωριστά, και το ίδιο θέλαμε κι εμείς. Βοηθάει, όταν υπάρχει αυτή η ατμόσφαιρα προσδοκίας. Εκείνα τα βράδια ήμαστε πολύ καλά προετοιμασμένοι, σ’ ένα φανταστικό μέρος, και όλα πήραν το δρόμο τους.

Γ.Μ.: Άρα ήταν σαν μια συνομωσία του σύμπαντος. Ας πάμε στο EP που κυκλοφορεί: «Roses of Neurosis»· παράξενος τίτλος. Τον έχεις πάρει από την ορολογία της ψυχολογίας, ή είναι απλώς δύο αντιφατικές λέξεις; Μπορείς να μας πεις λίγα λόγια;

S.H.: Ο τίτλος είναι ένας στίχος από το Run Away, και μ’ αρέσουν αυτά τα αντιφατικά λογοπαίγνια που συναντά κανείς στην country μουσική και τα κλασικά τραγούδια. Οπότε είναι και λίγο σαν νύξη σε αυτά. Ωστόσο, έχει και συγκεκριμένο νόημα σ’ αυτό το τραγούδι. Ως τίτλος του EP, δουλεύει για μένα ως περιγραφή: είναι μια συλλογή ερωτικών τραγουδιών που είναι ελαφρώς διεστραμμένα ή νευρωτικά στην ιδιοσυγκρασία τους, υποθέτω. Νομίζω πως ταιριάζει, και αυτή η αντίθεση είναι ενδιαφέρουσα και δουλεύει πολύ σωστά. Το artwork είναι από έναν εικονογράφο από το L.A., τον Miles Wintner· φτιάχνει αυτά τα πανέμορφα, αλλά κάπως κιτς εξώφυλλα, με μια αισθητική από τη χρυσή εποχή των δίσκων, στα ‘70s. Αυτό το εξώφυλλο μοιάζει με ένα απ’ αυτά των δίσκων της δεκαετίας του ’70 που βρίσκεις σε έκπτωση στα δισκάδικα. Το καλλιτεχνικό μου έργο είναι συνήθως ειλικρινές, αλλά έχει πλάκα να χαλαρώνεις λίγο κάθε τόσο. Νομίζω πως υπάρχει χιούμορ στον τίτλο, και είναι ένα καλό σημείο να ξεκινήσεις το άκουσμα της συγκεκριμένης μουσικής, μιας και κομμάτια της είναι πολύ συναισθηματικά αλλά και κάπως κλειστοφοβικά: η οικογενειακή ζωή, ο γάμος, η σχέση δύο ανθρώπων στο κέντρο μιας ενήλικης ζωής, όπου υπάρχει μεγάλο ρίσκο. Είναι αστείο που η pop μουσική επικεντρώνεται αποκλειστικά στο πώς νιώθουν οι νέοι άνθρωποι για τη ζωή ―γιατί τα πράγματα σοβαρεύουν απότομα όταν μεγαλώνεις. Μου φάνηκε ενδιαφέρον να γράψω γι’ αυτό, με τον τρόπο που το βλέπω εγώ. Υπό αυτήν την έννοια, είναι καλό που ο τίτλος δεν είναι ιδιαίτερα σοβαρός ―υπάρχει και χιούμορ στη δουλειά μου. Είναι ωραίο να ξεκινάς μ’ ένα αστείο. 

Ο Sivert Høyem στο Ηρώδειο το 2016 (Παναγιώτης Τζάμαρος/ FOSPHOTOS)

Γ.Μ.: Είπες πως η pop/rock μουσική είναι για τις νεότερες ηλικίες, αλλά αυτή τη στιγμή υπάρχουν ολόκληρες γενιές που μεγαλώνουν, η δική σου γενιά και η αμέσως προηγούμενη… Θεωρείς πως είναι πιο εύκολο ή πιο δύσκολο να γράφεις τραγούδια αυτές τις μέρες; Μιας και ανήκουμε σ’ ένα είδος καθορισμένο από τη νεότητα.

S.H.: Η rock μουσική είναι ένα κλασικό είδος, και δεν είμαι σίγουρος πως θέλω να περιορίσω τον εαυτό μου σ’ αυτό, έτσι κι αλλιώς. Αυτές τις μέρες μ’ ενδιαφέρει περισσότερο να βρω τι είναι η μουσική για μένα, στην πιο αγνή μορφή της ―και να το φέρω αυτό προς τα έξω. Ήμουν πολύ απογοητευμένος για πολύ καιρό, και αυτό πρέπει να έχει να κάνει με την ηλικία. Ένιωθα πως ο ορίζοντάς μου συρρικνωνόταν. Νομίζω πως αυτό το EP ήρθε ως αποτέλεσμα, ήθελα να γράψω απ’ αυτήν την οπτική γωνία. Ένιωθα πολύ άδειος στο τέλος, σκεφτόμουν «αυτό είναι όλο;». Είναι η ζωή μου όμως, έχω την οικογένειά μου κλπ, αλλά έμοιαζε αδύνατο να σηκώσω το βλέμμα μου και να δω άλλα πράγματα. [Στο δίσκο] φαίνεται να υπάρχει μια ρομαντική πλευρά. Ένα κλειστοφοβικό, μικρό σύμπαν· και νομίζω πως η μουσική είναι μεγαλύτερη απ’ αυτό, και προσπαθώ να βρω αυτόν τον απλούστερο, ευρύτερο τρόπο να δουλέψω μαζί της. Επομένως, αυτό κάνω αυτές τις μέρες· προσπαθώ να βρω έναν νέο τρόπο να εκφραστώ μέσα από τη μουσική μου. Γι’ αυτό μιλάμε και για ένα EP: αγάπησα αυτά τα τραγούδια, αλλά δεν ήθελα να χτίσω ένα δίσκο γύρω τους, μιας και για μένα έμοιαζε με κάτι ήδη περασμένο. Όχι πως το επόμενο πράγμα που θα κάνω θα είναι ριζικά διαφορετικό, αλλά θα είναι σίγουρα κάτι άλλο. 


Το “Roses of Neurosis”, ως τίτλος του EP, δουλεύει για μένα ως περιγραφή: είναι μια συλλογή ερωτικών τραγουδιών που είναι ελαφρώς διεστραμμένα ή νευρωτικά στην ιδιοσυγκρασία τους, υποθέτω.


Γ.M.: Μία από τις απορίες μου ήταν «Γιατί μόνο πέντε τραγούδια;», αλλά απάντησες ήδη σε αυτό. Φαίνεται να έχεις μια πολύ ενεργητική προσέγγιση εν μέσω ενός πολύ ειλικρινούς διαλόγου με την τέχνη σου· δεν το κάνουν όλοι οι άνθρωποι αυτό, να αναλογίζονται τους εαυτούς τους όσο μεγαλώνουν, και όσο ωριμάζει και η τέχνη τους. Νομίζεις πως έχει να κάνει με το ποιος είσαι, πώς μεγάλωσες στη Νορβηγία ―μια χώρα όπου υπάρχει αρκετός χρόνος για αναστοχασμό; 

S.H.: Είναι όμορφο που το λες αυτό, γιατί όντως προσπαθώ να σκεφτώ τι κάνω. Δεν νομίζω πως έχει να κάνει με την ανατροφή μου… ή ίσως, λίγο. Κυρίως έχει να κάνει με το ότι είμαι καλλιτέχνης και προσπαθώ να βρω τι θα κάνω μετά ―και είχα πολύ χρόνο να σκεφτώ φέτος. Απογοητεύεσαι μερικές φορές, επαναλαμβάνεσαι σε ενός είδους γαϊτανάκι… Ξεκινάς περιοδεία, και όταν τελειώνει αυτό πρέπει να φτιάξεις τον επόμενο δίσκο, μετά να κάνεις όλες τις συνεντεύξεις και να ξαναπάς σε περιοδεία, και να τα κάνεις όλα από την αρχή. Στο τέλος, ξέρεις τι πρόκειται να συμβεί, και χρειαζόμαστε μια αίσθηση περιπέτειας στη ζωή μας· γι’ αυτό προσπαθώ συνεχώς να αλλάζω τον τρόπο που βλέπω αυτό που κάνω. Επίσης, προσπαθώ σκληρά να είμαι καλός άνθρωπος. 

Γ.M.: Το καταλαβαίνω αυτό και μόνο απ’ αυτή τη συζήτηση… 

 S.H.: Υπάρχει πάντα χώρος για βελτίωση. Πρέπει να είμαι αξιόπιστος και καλός γονέας, εκτός από καλός καλλιτέχνης!

 


Γ.M.: Σχετικά με το Roses of Neurosis, είχες στο μυαλό σου κάποιον ήχο; Έναν ζεστό, stereo ήχο όπως στους ‘70s δίσκους που ανέφερες προηγουμένως; 

S.H.: Η όλη ατμόσφαιρά του είναι αρκετά νοσταλγική κατά έναν τρόπο. Όταν είμαστε σε περιοδεία, είμαι γνωστός για τη συνήθειά μου ν’ ακούω την ίδια μουσική ξανά και ξανά: πρώιμους Roxy Music, Eurythmics, Bryan Adams, ακόμα και Bruce Springsteen, ίσως λίγο Rolling Stones… Υπάρχει και αυτή η μπάντα που μου αρέσει πολύ, οι The Blue Nile. Το μενού μου είναι εξαιρετικά περιορισμένο όσον αφορά το τι ακούω στα καμαρίνια. Όσο για τον ήχο του EP, δεν ήθελα να πρέπει να σκεφτώ πολύ και να φανώ έξυπνος με τις συνθέσεις, ήθελα απλώς τα τραγούδια να λάμψουν όπως είναι. Υπάρχει σίγουρα ένα νοσταλγικό στοιχείο, λίγο ‘80s και ‘70s, όπως στο Run Away για παράδειγμα ―θα μπορούσε να είναι σ’ έναν από τους δίσκους του John Lennon στους οποίους έκανε παραγωγή ο Phil Spector. 

Γ.M.: Ακριβώς, θυμίζει το «Mind Games»...

S.H.: Δε μ’ ενόχλησε που πήγαινε προς όλες τις κατευθύνσεις, και που δεν ήταν τρομερά αυθεντικό, ας πούμε· απλώς μου άρεσαν τα τραγούδια, και το έκανα για να διασκεδάσω. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, δε θα μπορούσε να είναι η βάση για έναν ολόκληρο δίσκο. Νομίζω πως σε αυτή την εποχή του streaming υπάρχει μια έκλειψη στους δίσκους· ένας δίσκος πρέπει να έχει μια κεντρική ιδέα, ή να σε οδηγεί σε μια νέα εποχή ως καλλιτέχνη ―πρέπει να έχεις κάτι νέο να φέρεις στο τραπέζι, αλλιώς θα εξαφανιστεί αυτό που κάνεις, εκτός από ένα-δύο κομμάτια που θα μείνουν. Επομένως, δεν μπορούσα να χτίσω έναν δίσκο γύρω από’ αυτά τα τραγούδια. 


Αυτές τις μέρες μ’ ενδιαφέρει να βρω τι είναι η μουσική για μένα, στην πιο αγνή μορφή της. Ήμουν πολύ απογοητευμένος για πολύ καιρό, πρέπει να έχει να κάνει με την ηλικία. Είναι η ζωή μου όμως και νομίζω πως αυτό το EP ήρθε ως αποτέλεσμα.


Γ.M.: Έχεις κάποιο αγαπημένο τραγούδι από το EP?

S.H.: Τα αγαπώ όλα εδώ που τα λέμε, αλλά ξεχωρίζω το πρώτο κομμάτι, Safe Return· λατρεύω τους στίχους για κάποιο λόγο, και μου αρέσει πως όσο προχωράει το κομμάτι ανεβαίνει ―είναι σαν δύο τραγούδια σε ένα, και το κάνω αυτό καμιά φορά. Ακούω πολλή πειραματική μουσική, άκουγα πολλές progressive rock μπάντες ως έφηβος, γι’ αυτό και η δομή καμιά φορά μπορεί να είναι σύνθετη. Γενικά, βέβαια, προτιμώ να γράφω απλούστερα κομμάτια, αλλά μου αρέσει πώς εξελίχθηκε τελικά αυτό. Είμαι επίσης πολύ περήφανος για το Run Away, μου αρέσει η φωνή μου και οι στίχοι είναι πολύ ειλικρινείς: έτσι αισθανόμουν, τόσο απογοητευμένος ήμουν εκείνη τη μέρα. Δε νιώθω έτσι για τη ζωή μου γενικώς, αλλά σκέφτηκα: Ας το βγάλω κι αυτό εκεί έξω, να δω τι θα συμβεί.

Γ.M.: Ελπίζουμε να σε ξαναδούμε όσο συντομότερα γίνεται στην Αθήνα. Και ας ευχηθούμε να τελειώσουν όλα αυτά σύντομα, και να συνεχίσουμε έχοντας πάρει τα μαθήματά μας, όπως κάνουμε πάντα. 

S.H.: Πραγματικά το ελπίζω. Θα μάθουμε τα μαθήματά μας και θα είμαστε πιο προσεκτικοί με ορισμένα πράγματα, ναι. Ανυπομονώ για τη μέρα που ο κόσμος θα είναι ξανά ανοιχτός και ασφαλής, και θα μπορούμε να τον απολαύσουμε.

This will close in 0 seconds

x
TitleArtist

Στείλε μήνυμα στο studio