Η γυναικοκτονία είναι η λέξη των ημερών όχι επειδή έχει ενταχθεί στο ελληνικό λεξιλόγιο όπως θα έπρεπε, αλλά επειδή συναντά αντίλογο από ανθρώπους που την θεωρούν υπερβολή του φεμινιστικού κινήματος.
Απο την Μαρία Μεταξά
22/07/2021
Σύμφωνα με τον επίσημο ορισμό που μπορείτε να βρείτε στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων, η γυναικοκτονία είναι μια ειδική κατηγορία ανθρωποκτονίας, και αναφέρεται συγκεκριμένα σε περιστατικά που αποτελούν επακόλουθα της συστημικής βίας σε βάρος των γυναικών, ενώ έχει αναγνωριστεί και από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας: «Ο όρος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τον βασανισμό και τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα μισογυνισμού, τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών ως “εγκλήματα για λόγους τιμής” και λοιπές μορφές δολοφονίας, τη στοχευμένη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων, και περιπτώσεις γυναικοκτονίας οι οποίες συνδέονται με συμμορίες, το οργανωμένο έγκλημα, εμπόρους ναρκωτικών και την εμπορία γυναικών και κοριτσιών».
Όσο για την άρνηση αναγνώρισης του όρου από ένα μεγάλο ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας, είναι άξιο απορίας: πώς είναι δυνατόν η έμφυλη αποτύπωση των δολοφονιών να εξοργίζει περισσότερο τον κόσμο απ’όσο το ίδιο το φαινόμενο των γυναικοκτονιών; Γιατί είναι τόσα πολλά τα σχόλια στα social media (κυρίως αντρών, αλλά δυστυχώς και μερικών γυναικών), που προσπαθούν να παρουσιάσουν τη λέξη ως κάτι γελοίο και να νουθετήσουν; Οι ίδιοι, συνήθως, που κρίνουν πως χρειάζεται και Straight Pride, και απαντούν πως All Lives Matter στο κίνημα Black Lives Matter, με το νόημα να τους διαφεύγει εντελώς…
Όλος αυτός ο κόσμος που αρνείται να διαχωρίσει τα περιστατικά γυναικοκτονίας από τις «απλές», «καθημερινές» ανθρωποκτονίες, συντελεί στη διαιώνιση του προβλήματος, αφού αρνείται να αναγνωρίσει τη σοβαρότητα, τη συχνότητα, και τις βαθιές ρίζες της κανονικοποιημένης έμφυλης βίας.
Ο 30χρονος Δημήτρης Βέργος χτύπησε τη σύντροφό του, Γαρυφαλλιά, και τη σκότωσε ρίχνοντάς τη σε ένα γκρεμό στη Φολέγανδρο, επικαλούμενος αργότερα τη γελοιοδέστατη δικαιολογία της … «κακιάς στιγμής» ―ενώ μετά από τη δημοσιότητα που έλαβε η υπόθεση, ο δικηγόρος του, Γιάννης Βλάχος, ακολουθεί τη γραμμή υπεράσπισης που βασίζεται σε ψυχικά προβλήματα, αναφέροντας πως ο 30χρονος «δεν έχει συνείδηση της πράξης του» (υπεράσπιση συνήθης σε τέτοιες περιπτώσεις και πάντοτε εξοργιστική).
Κι ενώ ο περισσότερος κόσμος συγκλονίστηκε από τη βιαιότητα, αλλά και το θράσος του Βέργου, που θυμίζει το θέατρο που έπαιζε επί ένα μήνα μπροστά στις κάμερες ο δολοφόνος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, η εφημερίδα των Νέων δημοσίευσε ένα ανυπόγραφο άρθρο που χαρακτηρίζει την πράξη του ως κάτι που «έχει περάσει από το μυαλό πολλών αντρών» ―άρθρο το οποίο αργότερα οι συντάκτες διέγραψαν, ζητώντας συγγνώμη.
Αυτό ακριβώς είναι και το πρόβλημα, χάρη στο οποίο οι γυναικοκτονίες μέχρι και σήμερα φέρουν τον εξοργιστικό υπότιτλο των «εγκλημάτων πάθους» ―όπως για παράδειγμα, σχετικά με την υπόθεση της Κάρολαϊν, είχαμε δεκάδες τίτλους να στρέφουν την προσοχή στο θύμα, και όχι στο θύτη: «απειλούσε» τον άντρα της με διαζύγιο, λες και αυτό αποτελεί δικαιολογία για μια δολοφονία…
Και αρκεί μόνο μια επίσκεψη στη σελίδα του Instagram @kamiamonh, για να φρίξει ο καθένας με τις απίστευτες καταγγελίες περιστατικών έμφυλης βίας που συμβαίνουν καθημερινά.
Παράλληλα, η συγγραφέας Μάρω Βαμβουνάκη δήλωσε: «Και έχω φάει ξύλο από άντρα και έχω ρίξει ξύλο. Το ομολογώ! Τουλάχιστον χαστούκια έχω ανταλλάξει. Κι αυτά δεν έγιναν από κακία, αλλά από αμοιβαίες απελπισίες, αμοιβαίες ζήλιες, τρόμους χαμού, παραφορά και πόνους και από τα δύο μέρη. Όσα δηλαδή περιέχει ένας ορμητικός έρωτας. Ο δυνατός έρωτας δεν ξέρει από καθωσπρεπισμούς, θέλει αλλά δεν μπορεί πάντα», υπονοώντας πως η βιαιότητα σε βάρος της συντρόφου είναι αναμενόμενη και συνηθισμένη στον έρωτα, με την Έλενα Ακρίτα να απαντά καυστικά: «Ξυπνάω ένα πρωί και τί να δω; Αφού δεν έχω δείρει και δεν με έχουν δείρει, δεν έχω γνωρίσει τον έρωτα».
Για να εντοπίσουμε την έκταση του προβλήματος, αρκεί μια ματιά στην παγκόσμια μουσική δισκοθήκη και στα ερωτικά, κλασικά και αγαπημένα ρομαντικά τραγούδια όπως το Every Breath You Take των Police: είναι από την οπτική ενός stalker, που παρακολουθεί μια γυναίκα και ισχυρίζεται πως του ανήκει ―ενώ στο Run For Your Life των Beatles, ο John Lennon τραγουδάει «I’d rather see you dead, little girl / Than to be with another man». Πιο πρόσφατα, επιτυχίες όπως το Blurred Lines του Robin Thickle έχουν μποϊκοταριστεί από το φεμινιστικό κίνημα, καθώς δεν υπάρχουν γκρίζες γραμμές όσον αφορά τη συναίνεση· το «όχι» είναι πάντα ΟΧΙ.
Εγκάρδιες τοποθετήσεις όπως εκείνη της κωμικού Χρύσας Κατσαρίνη μας δείχνουν την ψυχολογία μιας κακοποιημένης γυναίκας και απαντούν στο ερώτημα πολλών «Καλά, και γιατί δεν έφευγε;», που για ακόμα μια φορά επιρρίπτει την ευθύνη στο θύμα και όχι στο θύτη. «Όποιος δεν έχει βιώσει μια τέτοια κατάσταση, δεν μπορεί να αντιληφθεί τη δυσκολία της φυγής. Κάποιες τα καταφέραμε. Οι τυχερές. Οι άλλες, είναι γραμμένες με κόκκινα γράμματα, σε πανό. Μεγαλώνουν αυτή την απαίσια λίστα των γυναικών που δολοφονήθηκαν από τους άντρες που αγάπησαν. Αυτός ο φαύλος κύκλος δε θα κλείσει ποτέ, αν δεν μεγαλώσουμε ανθρώπους που θα σέβονται τη ζωή, τα όρια και τις επιλογές των συνανθρώπων τους».
Τα κορίτσια ακούμε από τους γονείς μας σχεδόν κάθε φορά που βγαίνουμε από το σπίτι να προσέχουμε, να μη ντυνόμαστε αποκαλυπτικά και να μην προκαλούμε, αλλά πόσα αγόρια δέχονται διαρκείς υπενθυμίσεις από τους γονείς τους να φέρονται στις γυναίκες με σεβασμό; Και όχι επειδή είναι το αδύναμο φύλο, ή επειδή γεννήθηκαν κι αυτά από γυναίκες (!), ή «σκέψου να ήταν η αδερφή σου ή η κοπέλα σου», αλλά να αναγνωρίζουν την αυθύπαρκτη και αυτονόητη αξιοπρέπεια του μισού πληθυσμού του πλανήτη.
Κι αν οι περισσότεροι φεμινιστές άντρες δείχνουν την υποστήριξή τους προς τις γυναίκες με σεβασμό και σιωπή, αφήνοντας τις θηλυκότητες να μιλήσουν για το ίδιο τους το βίωμα, οι δηλώσεις μερικών αντρών όπως ο κωμικός Ζήσης Ρούμπος, προς τους άλλους άντρες, επιβεβαιώνουν πως το πρόβλημα έγκειται στον τρόπο που μεγαλώνουν τα αγόρια:
« […]Πρόλαβα να ζήσω το “η γυναίκα σπίτι με τα παιδιά αλλιώς στην μάνα της” και το “αυτή βάφει το μαλλί, είναι πουτάνα”. Το παιδικό μου αυτί άκουσε σε καφενείο τους “μεγάλους” να μιλάνε για “γκόμενες” λες και ήταν αμάξια.
Άμα κανένας φίλος ήταν πιο τρυφερός με την γυναίκα του, έτρωγε σίγουρα παντόφλα.
“Σ’ αγαπώ, θα πεις μονάχα τη μέρα που παντρεύεσαι.” Συμβουλή συγγενή, στο παιδικό μου αυτί.
Έζησα, άκουσα, έμαθα να τις μειώνω τις γυναίκες. Να επιβάλλομαι.
Έθρεψα για χρόνια μέσα μου ένα τέρας. Το ισχυρό φύλο. Μέχρι που είδα πόσο ανίσχυρος είμαι μπροστά σε αυτά που μπορεί να μου προσφέρει η γυναίκα. Οι γυναίκες. Η γυναίκα μου.
Για χάρη τους, έκανα ψυχανάλυση. Να σπάσω το γαμημένο απόστημα, να χυθεί από μέσα όλη η σκατίλα του άντρα και από άντρας, να γίνω άνθρωπος. […] Να το σκοτώσετε, το μόνο που αξίζει θάνατο.
Το τέρας που μας φυτέψανε οι παλιοί.
Κι όσο το τρέφουμε, μέρος του προβλήματος θα είμαστε κι εμείς.
Είναι ΓΥΝΑΙΚΟΚΤΟΝΙΑ.
Συγγνώμη που υπήρξα κάποιος που τον ενοχλούσε η λέξη».
Τέλος, όπως πολύ εύστοχα δήλωσε και η δημοσιογράφος Νατάσσα Γιάμαλη στο κεντρικό δελτίο του Κontra Chanel:
«Το χρωστάμε στην Ελένη Τοπαλούδη, στην Καρολάιν, στην Γαρυφαλλιά, στη Κωνσταντίνα και σε εκείνες που τα ονόματα τους δεν τα μάθαμε, στην Κούρδισσα πρόσφυγα που την μαχαίρωσε μέχρι θανάτου ο σύζυγος της στο camp προσφύγων στο Λαύριο πέρυσι, στην 44χρονη που πέθανε από ασφυξία κατά τη διάρκεια ομαδικού βιασμού στη Βέροια. Σε κάθε θύμα. Και στις 4.283 γυναίκες που έπεσαν θύματα ενδοοικογενειακής βίας το 2020.
Το χρωστάμε σε όλα τα κορίτσια που περπατούν με τα κλειδιά στα χέρια, που πάνε από τον φωτεινότερο δρόμο κι ας μην είναι ο πιο σύντομος, που κάνουν πως μιλάνε στο τηλέφωνο, που σκέφτηκαν δεύτερη και τρίτη φορά τι θα φορέσουν.
-Φτάνει».
Δες και αυτό: